αποκαινουργίς

αποκαινουργίς
επίρρ. заново, снова;
сначала

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "αποκαινουργίς" в других словарях:

  • αποκαινουργίς — επίρρ. τροπ., από την αρχή, από τα θεμέλια: Φτιάξανε το δρόμο αποκαινουργίς …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • -ίς — (Μ ίς) κατάλ. τής Μεσαιωνικής και Νέας Ελληνικής η οποία εμφανίζεται σε επιρρ., κυρίως χρονικά.Παραδείγματα λ. σε ίς είναι: αποβραδίς, αποκαινουργίς, αποσπερίς, κοντοβραδίς, κοντολογίς, μεσονυχτίς, μεσοχρονίς, μονομερίς, μονοστιγμίς, μονοχρονίς,… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»